δώδεχ'

δώδεχ'
δώδεκα , δώδεκα
twelve
indeclform (numeral)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πενταετής — ές ΝΜΑ, και αττ. τ. πενταετής και πεντέτης και πενθέτης, ες, θηλ. πενταετίς και αττ. τ. πενταέτις και πεντέτις, ουδ. και πεντάετες, Α 1. αυτός που έχει ηλικία πέντε ετών 2. αυτός που διαρκεί πέντε χρόνια ή αυτός που έχει καθοριστεί να διαρκέσει… …   Dictionary of Greek

  • ρέον — (I) οντος, τὸ, Α είδος ποτηριού, το ῥυτόν* («ῥέοντα δώδεχ ὧν τὰ μὲν δέκ ἀργυρᾱ ἦν», Αστυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. τού ῥυτόν* < ρ. ῥέω]. (II) τὸ, ΜΑ βλ. ρήο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”